sin ejemplosSe encuentra en 1 diccionario
El diccionario griego-ruso- Contains 22,000 words used in everyday conversation and is intended for beginner students of Greek or Russian.
- Contains 22,000 words used in everyday conversation and is intended for beginner students of Greek or Russian.
ακούσια
невольно, против воли
Añadir a mi diccionario
ακούσια
нево́льно; про́тив во́ли
Traducciones de usuarios
Aún no hay traducciones del este texto.
¡Sé primero de traducirlo!
Forma de la palabra
ακούσια
ουσιαστικό, θηλυκό
| Ενικός | Πληθυντικός | |
| Ονοματική | η ακούσια, ακούσιά | οι ακούσιες, ακούσιές |
| Γενική | της ακούσιας, ακούσιάς | των ακούσιων, ακούσιών |
| Αιτιατική | τη(ν) ακούσια, ακούσιαν, ακούσιά, ακούσιάν | τις ακούσιες, ακούσιές |
| Κλητική | ακούσια, ακούσιά | ακούσιες, ακούσιές |
ακούσιος
επίθετο
| Αρσενικό Ενικό | Θηλυκό Ενικό | Ουδέτερο Ενικό | |
| Ονοματική | ακούσιος | ακούσια | ακούσιο |
| Γενική | ακούσιου | ακούσιας | ακούσιου |
| Αιτιατική | ακούσιο | ακούσια | ακούσιο |
| Κλητική | ακούσιε | ακούσια | ακούσιο |
| Αρσενικό Πληθυντικό | Θηλυκό Πληθυντικό | Ουδέτερο Πληθυντικό | |
| Ονοματική | ακούσιοι | ακούσιες | ακούσια |
| Γενική | ακούσιων | ακούσιων | ακούσιων |
| Αιτιατική | ακούσιους | ακούσιες | ακούσια |
| Κλητική | ακούσιοι | ακούσιες | ακούσια |
| Συγκριτικός βαθμός | - |
| Υπερθετικός βαθμός | - |
ακούσια
ουσιαστικό, θηλυκό
| Ενικός | Πληθυντικός | |
| Ονοματική | η ακούσια, ακούσιά | οι ακούσιες |
| Γενική | της ακούσιας, ακούσιάς | των ακουσίων |
| Αιτιατική | τη(ν) ακούσια, ακούσιαν, ακούσιά, ακούσιάν | τις ακούσιες |
| Κλητική | ακούσια, ακούσιά | ακούσιες |