about icon-addNote android4 Answer apple4 icon-appStoreEN icon-appStoreES icon-appStorePT icon-appStoreRU Imported Layers Copy 7 icon-arrow-spined icon-ask icon-attention icon-bubble-blue icon-bubble-red ButtonError ButtonLoader ButtonOk icon-cake icon-camera icon-card-add icon-card-calendar icon-card-remove icon-card-sort chrome-extension-ru chrome-extension-es-mx chrome-extension-pt-br chrome-extension-ru comment comment icon-cop-cut icon-cop-star Cross Dislike icon-editPen icon-entrance icon-errorBig facebook flag flag_vector icon-globe icon-googlePlayEN icon-googlePlayRU icon-greyLoader icon-cake Heart 4EB021E9-B441-4209-A542-9E882D3252DE Created with sketchtool. Info Kebab icon-lamp icon-lampBig icon-learnHat icon-learning-hat Dislike Loup Loup icon-more icon-note icon-notifications icon-pen Pencil icon-play icon-plus-light icon-plus icon-rosie-cut Rune scrollUp Share-icon Shevron-Down Shevron Left Shevron Right sound sound1 sound2 sound3 sound4 sound2 icon-star Swap icon-translate Trash icon-tutor-ellipsis icon-tutor-flip Tutor folder icon icon-tutor-learned icon-twoWayArrow Mezhdunarodny_logotip_VK vk icon-word pen_icon Logo Logo Logo
без примеровНайдено в 1 словаре

Греческо-русский словарь
  • Содержит около 22 000 слов, широко употребляемых в повседневной жизни, а также широко распространенные словосочетания и необходимые грамматические сведения.

καθίζω

сажать, усаживать

Добавить в мой словарь

Не найдено

Переводы пользователей

Пока нет переводов этого текста.
Будьте первым, кто переведёт его!

Формы слова

κάθομαι

ρήμα, Παθητική φωνή
Ενεστώτας
κάθομαικαθόμαστε
κάθεσαικαθόσαστε, κάθεστε
κάθεταικάθονται
Παρατατικός
καθόμουν, καθόμουνακαθόμασταν, καθόμαστε
καθόσουν, καθόσουνακαθόσασταν, καθόσαστε
καθόταν, καθότανεκαθόντανε, καθόντουσαν, κάθονταν
Αόριστος
έκατσα, κάθισακαθίσαμε, κάτσαμε
έκατσες, κάθισεςκαθίσατε, κάτσατε
έκατσε, κάθισεκαθίσανε, έκατσαν, κάθισαν, κάτσανε
Εξακολουθητικός μέλλοντας
θα κάθομαι θα καθόμαστε
θα κάθεσαι θα καθόσαστε, κάθεστε
θα κάθεται θα κάθονται
Στιγμιαίος μέλλοντας
θα καθίσω, κάτσω θα καθίσομε, καθίσουμε, κάτσομε, κάτσουμε
θα καθίσεις, κάτσεις θα καθίσετε, κάτσετε
θα καθίσει, κάτσει θα καθίσουν, καθίσουνε, κάτσουν, κάτσουνε
Παρακείμενος
έχω καθίσει, κάτσειέχω καθισμένος, καθισμένη, καθισμένο, καθισμένου, καθισμένης, καθισμένε, καθισμένοι, καθισμένες, καθισμένα, καθισμένων, καθισμένους
Υπερσυντέλικος μέλλοντας
θα έχω καθίσει, κάτσει θα έχω καθισμένος, καθισμένη, καθισμένο, καθισμένου, καθισμένης, καθισμένε, καθισμένοι, καθισμένες, καθισμένα, καθισμένων, καθισμένους
Ενεστώτας
να κάθομαι να καθόμαστε
να κάθεσαι να καθόσαστε, κάθεστε
να κάθεται να κάθονται
Αόριστος
να καθίσω, κάτσω να καθίσομε, καθίσουμε, κάτσομε, κάτσουμε
να καθίσεις, κάτσεις να καθίσετε, κάτσετε
να καθίσει, κάτσει να καθίσουν, καθίσουνε, κάτσουν, κάτσουνε
Παρακείμενος
να έχω καθίσει, κάτσεινα έχω καθισμένος, καθισμένη, καθισμένο, καθισμένου, καθισμένης, καθισμένε, καθισμένοι, καθισμένες, καθισμένα, καθισμένων, καθισμένους
Ενεστώτας
-κάθεστε
Αόριστος
κάθισε, κάτσεκαθίστε, κάτσετε
-
καθισμένος, καθισμένη, καθισμένο, καθισμένου, καθισμένης, καθισμένε, καθισμένοι, καθισμένες, καθισμένα, καθισμένων, καθισμένους

καθίζω

ρήμα
Ενεστώτας
καθίζωκαθίζομε, καθίζουμε
καθίζειςκαθίζετε
καθίζεικαθίζουν, καθίζουνε
Παρατατικός
κάθιζακαθίζαμε
κάθιζεςκαθίζατε
κάθιζεκαθίζανε, κάθιζαν
Αόριστος
κάθισακαθίσαμε
κάθισεςκαθίσατε
κάθισεκαθίσανε, κάθισαν
Εξακολουθητικός μέλλοντας
θα καθίζω θα καθίζομε, καθίζουμε
θα καθίζεις θα καθίζετε
θα καθίζει θα καθίζουν, καθίζουνε
Στιγμιαίος μέλλοντας
θα - θα -
θα - θα -
θα - θα -
Παρακείμενος
έχω καθίσειέχω καθιζόμενος, καθιζόμενη, καθιζόμενο, καθιζόμενου, καθιζόμενης, καθιζόμενε, καθιζόμενοι, καθιζόμενες, καθιζόμενα, καθιζόμενων, καθιζόμενους
Υπερσυντέλικος μέλλοντας
θα έχω καθίσει θα έχω καθιζόμενος, καθιζόμενη, καθιζόμενο, καθιζόμενου, καθιζόμενης, καθιζόμενε, καθιζόμενοι, καθιζόμενες, καθιζόμενα, καθιζόμενων, καθιζόμενους
Ενεστώτας
να καθίζω να καθίζομε, καθίζουμε
να καθίζεις να καθίζετε
να καθίζει να καθίζουν, καθίζουνε
Αόριστος
να - να -
να - να -
να - να -
Παρακείμενος
να έχω καθίσεινα έχω καθιζόμενος, καθιζόμενη, καθιζόμενο, καθιζόμενου, καθιζόμενης, καθιζόμενε, καθιζόμενοι, καθιζόμενες, καθιζόμενα, καθιζόμενων, καθιζόμενους
Ενεστώτας
κάθιζε-
Αόριστος
κάθισεκαθίστε
καθίζοντας
Παρακείμενος
έχοντας καθίσειέχοντας καθιζόμενος, καθιζόμενη, καθιζόμενο, καθιζόμενου, καθιζόμενης, καθιζόμενε, καθιζόμενοι, καθιζόμενες, καθιζόμενα, καθιζόμενων, καθιζόμενους
Ενεστώτας
καθίζομαικαθιζόμαστε
καθίζεσαικαθιζόσαστε, καθίζεστε
καθίζεταικαθίζονται
Παρατατικός
καθιζόμουν, καθιζόμουνακαθιζόμασταν, καθιζόμαστε
καθιζόσουν, καθιζόσουνακαθιζόσασταν, καθιζόσαστε
καθιζόταν, καθιζότανεκαθιζόντανε, καθιζόντουσαν, καθίζονταν
Αόριστος
καθίστηκα, *καθίσθηκακαθιστήκαμε, *καθισθήκαμε
καθίστηκες, *καθίσθηκεςκαθιστήκατε, *καθισθήκατε
καθίστηκε, *καθίσθηκεκαθιστήκανε, καθίστηκαν, *καθισθήκαν, *καθισθήκανε, *καθίσθηκαν
Εξακολουθητικός μέλλοντας
θα καθίζομαι θα καθιζόμαστε
θα καθίζεσαι θα καθιζόσαστε, καθίζεστε
θα καθίζεται θα καθίζονται
Στιγμιαίος μέλλοντας
θα καθιστώ θα καθιστούμε
θα καθιστείς θα καθιστείτε
θα καθιστεί θα καθιστούν, καθιστούνε
Παρακείμενος
έχω καθιστείέχω καθισμένος, καθισμένη, καθισμένο, καθισμένου, καθισμένης, καθισμένε, καθισμένοι, καθισμένες, καθισμένα, καθισμένων, καθισμένους
Υπερσυντέλικος μέλλοντας
θα έχω καθιστεί θα έχω καθισμένος, καθισμένη, καθισμένο, καθισμένου, καθισμένης, καθισμένε, καθισμένοι, καθισμένες, καθισμένα, καθισμένων, καθισμένους
Ενεστώτας
να καθίζομαι να καθιζόμαστε
να καθίζεσαι να καθιζόσαστε, καθίζεστε
να καθίζεται να καθίζονται
Αόριστος
να καθιστώ να καθιστούμε
να καθιστείς να καθιστείτε
να καθιστεί να καθιστούν, καθιστούνε
Παρακείμενος
να έχω καθιστείνα έχω καθισμένος, καθισμένη, καθισμένο, καθισμένου, καθισμένης, καθισμένε, καθισμένοι, καθισμένες, καθισμένα, καθισμένων, καθισμένους
Ενεστώτας
-καθίζεστε
Αόριστος
καθίσουκαθιστείτε
καθιζόμενος, καθιζόμενη, καθιζόμενο, καθιζόμενου, καθιζόμενης, καθιζόμενε, καθιζόμενοι, καθιζόμενες, καθιζόμενα, καθιζόμενων, καθιζόμενους
καθισμένος, καθισμένη, καθισμένο, καθισμένου, καθισμένης, καθισμένε, καθισμένοι, καθισμένες, καθισμένα, καθισμένων, καθισμένους