about icon-addNote android4 Answer apple4 icon-appStoreEN icon-appStoreES icon-appStorePT icon-appStoreRU Imported Layers Copy 7 icon-arrow-spined icon-ask icon-attention icon-bubble-blue icon-bubble-red ButtonError ButtonLoader ButtonOk icon-cake icon-camera icon-card-add icon-card-calendar icon-card-remove icon-card-sort chrome-extension-ru chrome-extension-es-mx chrome-extension-pt-br chrome-extension-ru comment comment icon-cop-cut icon-cop-star Cross Dislike icon-editPen icon-entrance icon-errorBig facebook flag flag_vector icon-globe icon-googlePlayEN icon-googlePlayRU icon-greyLoader icon-cake Heart 4EB021E9-B441-4209-A542-9E882D3252DE Created with sketchtool. Info Kebab icon-lamp icon-lampBig icon-learnHat icon-learning-hat Dislike Loup Loup icon-more icon-note icon-notifications icon-pen Pencil icon-play icon-plus-light icon-plus icon-rosie-cut Rune scrollUp Share-icon Shevron-Down Shevron Left Shevron Right sound sound1 sound2 sound3 sound4 sound2 icon-star Swap icon-translate Trash icon-tutor-ellipsis icon-tutor-flip Tutor folder icon icon-tutor-learned icon-twoWayArrow Mezhdunarodny_logotip_VK vk icon-word pen_icon Logo Logo Logo
без примеровНайдено в 1 словаре

Греческо-русский словарь
  • Содержит около 22 000 слов, широко употребляемых в повседневной жизни, а также широко распространенные словосочетания и необходимые грамматические сведения.

βρέχω

см. также βρέχομαι

  1. мочить; смачивать

  2. απρόσ. идёт дождь

  3. орошать; поливать

Добавить в мой словарь

Не найдено

Переводы пользователей

Пока нет переводов этого текста.
Будьте первым, кто переведёт его!

Формы слова

βρέχω

ρήμα
Ενεστώτας
βρέχωβρέχομε, βρέχουμε
βρέχειςβρέχετε
βρέχειβρέχουν, βρέχουνε
Παρατατικός
έβρεχαβρέχαμε
έβρεχεςβρέχατε
έβρεχεέβρεχαν, βρέχανε
Αόριστος
έβρεξαβρέξαμε
έβρεξεςβρέξατε
έβρεξεέβρεξαν, βρέξανε
Εξακολουθητικός μέλλοντας
θα βρέχω θα βρέχομε, βρέχουμε
θα βρέχεις θα βρέχετε
θα βρέχει θα βρέχουν, βρέχουνε
Στιγμιαίος μέλλοντας
θα - θα -
θα - θα -
θα - θα -
Παρακείμενος
έχω βρέξειέχω βρέχόμενος, βρέχόμενη, βρέχόμενο, βρέχόμενου, βρέχόμενης, βρέχόμενε, βρέχόμενοι, βρέχόμενες, βρέχόμενα, βρέχόμενων, βρέχόμενους
Υπερσυντέλικος μέλλοντας
θα έχω βρέξει θα έχω βρέχόμενος, βρέχόμενη, βρέχόμενο, βρέχόμενου, βρέχόμενης, βρέχόμενε, βρέχόμενοι, βρέχόμενες, βρέχόμενα, βρέχόμενων, βρέχόμενους
Ενεστώτας
να βρέχω να βρέχομε, βρέχουμε
να βρέχεις να βρέχετε
να βρέχει να βρέχουν, βρέχουνε
Αόριστος
να - να -
να - να -
να - να -
Παρακείμενος
να έχω βρέξεινα έχω βρέχόμενος, βρέχόμενη, βρέχόμενο, βρέχόμενου, βρέχόμενης, βρέχόμενε, βρέχόμενοι, βρέχόμενες, βρέχόμενα, βρέχόμενων, βρέχόμενους
Ενεστώτας
βρεχε, βρέχεβρέχετε
Αόριστος
βρεξε, βρέξεβρέξτε
βρέχοντας
Παρακείμενος
έχοντας βρέξειέχοντας βρέχόμενος, βρέχόμενη, βρέχόμενο, βρέχόμενου, βρέχόμενης, βρέχόμενε, βρέχόμενοι, βρέχόμενες, βρέχόμενα, βρέχόμενων, βρέχόμενους
Ενεστώτας
βρέχομαιβρεχόμαστε
βρέχεσαιβρεχόσαστε, βρέχεστε
βρέχεταιβρέχονται
Παρατατικός
βρεχόμουν, βρεχόμουναβρεχόμασταν, βρεχόμαστε
βρεχόσουν, βρεχόσουναβρεχόσασταν, βρεχόσαστε
βρεχόταν, βρεχότανεβρεχόντανε, βρεχόντουσαν, βρέχονταν
Αόριστος
βρέχτηκαβρεχτήκαμε
βρέχτηκεςβρεχτήκατε
βρέχτηκεβρεχτήκανε, βρέχτηκαν
Εξακολουθητικός μέλλοντας
θα βρέχομαι θα βρεχόμαστε
θα βρέχεσαι θα βρεχόσαστε, βρέχεστε
θα βρέχεται θα βρέχονται
Στιγμιαίος μέλλοντας
θα βρεχτώ θα βρεχτούμε
θα βρεχτείς θα βρεχτείτε
θα βρεχτεί θα βρεχτούν, βρεχτούνε
Παρακείμενος
έχω βρεχτείέχω βρεγμένος, βρεγμένη, βρεγμένο, βρεγμένου, βρεγμένης, βρεγμένε, βρεγμένοι, βρεγμένες, βρεγμένα, βρεγμένων, βρεγμένους
Υπερσυντέλικος μέλλοντας
θα έχω βρεχτεί θα έχω βρεγμένος, βρεγμένη, βρεγμένο, βρεγμένου, βρεγμένης, βρεγμένε, βρεγμένοι, βρεγμένες, βρεγμένα, βρεγμένων, βρεγμένους
Ενεστώτας
να βρέχομαι να βρεχόμαστε
να βρέχεσαι να βρεχόσαστε, βρέχεστε
να βρέχεται να βρέχονται
Αόριστος
να βρεχτώ να βρεχτούμε
να βρεχτείς να βρεχτείτε
να βρεχτεί να βρεχτούν, βρεχτούνε
Παρακείμενος
να έχω βρεχτείνα έχω βρεγμένος, βρεγμένη, βρεγμένο, βρεγμένου, βρεγμένης, βρεγμένε, βρεγμένοι, βρεγμένες, βρεγμένα, βρεγμένων, βρεγμένους
Ενεστώτας
-βρέχεστε
Αόριστος
βρέξουβρεχτείτε
βρέχόμενος, βρέχόμενη, βρέχόμενο, βρέχόμενου, βρέχόμενης, βρέχόμενε, βρέχόμενοι, βρέχόμενες, βρέχόμενα, βρέχόμενων, βρέχόμενους
βρεγμένος, βρεγμένη, βρεγμένο, βρεγμένου, βρεγμένης, βρεγμένε, βρεγμένοι, βρεγμένες, βρεγμένα, βρεγμένων, βρεγμένους