without examplesFound in 1 dictionary
The Greek-Russian Dictionary- Contains 22,000 words used in everyday conversation and is intended for beginner students of Greek or Russian.
- Contains 22,000 words used in everyday conversation and is intended for beginner students of Greek or Russian.
κινητός
- κινητή περιουσία — движимое имущество
Add to my dictionary
κινητός
Examples
κινητή περιουσία — движимое имущество
User translations
No translations for this text yet.
Be the first to translate it!
Word forms
κινητός
επίθετο
| Αρσενικό Ενικό | Θηλυκό Ενικό | Ουδέτερο Ενικό | |
| Ονοματική | κινητός | κινητή | κινητό |
| Γενική | κινητού | κινητής | κινητού |
| Αιτιατική | κινητό, κινητόν | κινητή, κινητήν | κινητό |
| Κλητική | κινητέ | κινητή | κινητό |
| Αρσενικό Πληθυντικό | Θηλυκό Πληθυντικό | Ουδέτερο Πληθυντικό | |
| Ονοματική | κινητοί | κινητές | κινητά |
| Γενική | κινητών | κινητών | κινητών |
| Αιτιατική | κινητούς | κινητές | κινητά |
| Κλητική | κινητοί | κινητές | κινητά |
| Συγκριτικός βαθμός | - |
| Υπερθετικός βαθμός | - |